Άνοιξε η αυλαία του 53ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης με μια
σεμνή τελετή που έλαβε χώρα στο «Ολύμπιον» Παρασκευή βράδυ.
Έξω από την αίθουσα υπήρχαν άνθρωποι που διαμαρτύρονταν σχετικά με όσα
γίνονται με τα μεταλλεία χρυσού στις Σκουριές Χαλκιδικής. Μέσα στην
αίθουσα μετά τον χαιρετισμό του καλλιτεχνικού διευθυντή κ. Εϊπίδη και
την κήρυξη της έναρξης του φεστιβάλ από τον δήμαρχο Θεσσαλονίκης (και
πρόεδρο του φεστιβάλ) κ. Μπουτάρη παρακολουθήσαμε μια ταινία...
σκουριασμένη.
Το «Holy Motors»
του Λεός Καράξ ήταν μία ταινία που περίμεναν με ανυπομονησία οι
σινεφίλ. Αυτό που είδαμε η αλήθεια είναι πως δεν το... περιμέναμε. Ένα
ιδιότυπο και παράξενο φιλμ – ερωτική επιστολή στο σινεμά, με μπόλικες
κινηματογραφοφιλικές αναφορές, με διάβαση από όλα σχεδόν τα
κινηματογραφικά είδη σαν όνειρο – ή για κάποιους, σαν εφιάλτης. Όποιοι
επιχείρησαν να αντιμετωπίσουν την ταινία με τη λογική έπαιξαν και
έχασαν. Ο Ντενί Λαβάν - που είναι για τον Καράξ ό,τι ο Ζαν Πιέρ Λεό για
τον Φρανσουά Τριφό – μπαίνει στη λιμουζίνα του (όπως ο ήρωας του
Κρόνενμπεργκ, Έρικ Πάκερ, στο «Cosmopolis»)
και περιδιαβαίνει το Παρίσι. Βγαίνει από τη λιμουζίνα παίζοντας κάθε
φορά διαφορετικό «ρόλο» (βρε μπας και ο Καράξ είδε τις «Άλπεις» του
Λάνθιμου;). Και καταλήγει στο τέλος παρέα με την οικογένεια
χιμπατζήδων... Διάσπαρτες ιδέες, κάποιες ευφυείς (μα ταφόπλακες που αντί
για ονοματεπώνυμο διαθέτουν διευθύνσεις ιστοσελίδων;), η Εύα Μέντες
χωρίς να βγάζει άχνα στο ρόλο της (σε σκηνή που παραπέμπει στο... «Corpus Cristi»,
η Κάιλι σεμνή και τραγουδιάρα αλά Ντεμί και... άλλα λόγια ν'
αγαπιόμαστε. Πραγματικά, το πιο απολαυστικό κομμάτι της ταινίας ήταν
το... μουσικό διάλειμμα με τα ακορντεόν...
(η ταινία δεν προβάλλεται ξανά στο φεστιβάλ, βγαίνει όμως στις αίθουσες σε λίγες εβδομάδες)
Το φεστιβάλ για μας ξεκίνησε λίγη ώρα πριν την επίσημη έναρξη με την προβολή της ταινίας «Νύχτα σιωπής» (Lal gece) του
Τούρκου Ρεϊς Τσελίκ (Ματιές στα Βαλκάνια). Άρτι αποφυλακισθείς ένας
60χρονος άντρας επιστρέφει στο χωριό του, κάπου στην Ανατολία. Είναι
χαρούμενος (έτσι δείχνει) καθώς θα παντρευτεί. Η νύφη είναι ένα 14χρονο
κορίτσι το οποίο δεν έχει δει. Μετά την τελετή οι δυο τους θα βρεθούν
μόνοι σε ένα δωμάτιο για πρώτη φορά στη ζωή τους. Μόνο που η πρώτη νύχτα
γάμου δεν εξελίσσεται όπως θα περιμέναμε... Θα μπορούσε να αποτελέσει
πρώτης τάξεως υλικό για θεατρικό έργο, αυτό όμως καθόλου δεν
αποδυναμώνει την κινηματογραφική δύναμη αυτής της δυνατής ταινίας. Ο
σκηνοθέτης αξιοποιεί κάθε γωνία λήψης μέσα στο δωμάτιο, κάθε επιφάνεια,
τους καθρέφτες, τους καναπέδες. Έχει ελάχιστα εξωτερικά και ουσιαστικά
καταδεικνύει τον εγκλωβισμό των δύο πρωταγωνιστών του. Αρχικά φαίνεται
πως το (πραγματικά πανέμορφο) κορίτσι είναι το μοναδικό θύμα, σίγα –
σιγά, όμως, αποκαλύπτεται πως ο βασικός τραγικός ήρωας είναι ο άντρας.
Και σ' αυτά τα αδιέξοδα τη λύση καμιά φορά δίνουν τα όπλα και οι
σφαίρες... Για να ελαφρύνουμε λίγο τα πράγματα, εδώ βρίσκει εφαρμογή και
το κλασικό ελληνικό «αυτή μέχρι μουστάκι θα σε βάλει να κόψεις»...
(η ταινία προβάλλεται ξανά την Κυριακή 4 Νοεμβρίου στις 18.00, στην αίθουσα Σταύρος Τορνές)
Πρώτη ελληνική ταινία που παρακολουθήσαμε ήταν το «Μπιγκ Χιτ»
του Κάρολου Ζωναρά. Σύμφωνα με τη σύνοψη της ταινίας, στην προσπάθειά
του να εξιχνιάσει τα αίτια της αυτοκτονίας ενός συναδέλφου του, ο
υπαστυνόμος Αριστείδης Κορμάς θα βρεθεί μπλεγμένος σε μια εφιαλτική
περιπέτεια, όπου οργανωμένο έγκλημα και αστυνομία αποτελούν τις δυο
όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο δημιουργός του φιλμ «Ο γιος του Τσάρλυ»
στη δεύτερη σκηνοθετική του απόπειρα σε μεγάλου μήκους ταινία
μυθοπλασίας δεν μπορεί παρά να δηλώσει για άλλη μια φορά την αγάπη του
στο κινηματογραφικό είδος που αγαπά ολοφάνερα: στο φιλμ νουάρ. Ήδη ο
τίτλος της ταινίας αποτελεί την ελληνική γραφή της κλασικής ταινίας του
Φριτζ Λανγκ «The Big Heat»,
πλάνα της οποίας περνούν έξυπνα στο φιλμικό σώμα της ελληνικής ταινίας,
ενώ και το σενάριό της είναι εμπνευσμένο από αυτήν. Η ταινία είναι
ασπρόμαυρη και ντουμπλαρισμένη. Το πρόβλημά της είναι οι μέτριες
(κάποιες θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε και κακές) ερμηνείες και το
σενάριο – σε κάποια σημεία μόνο: εκείνα τα σημεία όπου η μετεγγραφή των
κωδίκων του φιλμ νουάρ στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα δεν γίνεται
με ομαλό τρόπο. Όπως και να 'χει, πάντως, τούτη η ταινία με τις όποιες
αφέλειες και τα προβλήματά της είναι απείρως καλύτερη, πιο τίμια και
προτιμότερη από άλλες μεγαλόσχημες και με υπέρμετρες φιλοδοξίες που
πνίγονται μέσα στην αμετροέπεια και τον «ψηλομυτισμό» τους. Όσοι αγαπούν
τις «αστυνομικές» ταινίες, λοιπόν, μια χαρά θα περάσουν. Και πλάκα,
πλάκα, το κλείσιμο της ταινίας δεν θα μπορούσε να είναι πιο πετυχημένο.
(η ταινία προβάλλεται σήμερα, Σάββατο 3 Νοεμβρίου, στις 19.30, στην αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη και σε επανάληψη, στην ίδια αίθουσα, τη Δευτέρα 5 Νοεμβρίου, στις 17.00)
Η «Κίτρινη πόλη»
του Σάββα Κατιρτζίδη αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του ότι οι
καλές προθέσεις συνήθως δεν αρκούν για να παρουσιαστεί ένα άρτιο
κινηματογραφικό έργο. Σε μια πόλη στην οποία επικρατεί κατά πως φαίνεται
ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, πέντε άνθρωποι (τρεις άντρες και δύο
γυναίκες) αναγκάζονται να ζουν κάτω από την ίδια στέγη. Τροφή τους
δίνεται από υπαλλήλους του κράτους με κίτρινα άνορακ (εξ ου και
«κίτρινη» η πόλη;) ενώ τους απαγορεύεται η έξοδος από το σπίτι. Για να
διασκεδάσουν τον... εγκλεισμό τους αποφασίζουν να παίξουν ένα παιχνίδι: ο
καθένας τους θα διηγηθεί με τη σειρά τον τρόπο με τον οποίο θέλει να
πεθάνει... Έτσι και κάνουν. Όλοι αφηγούνται τον τρόπο. Κι όταν λέμε όλοι
εννοούμε όλοι – ή μήπως όχι; Η αγάπη του σκηνοθέτη για το έργο του
Νίκου Νικολαϊδη δεν κρύβεται. Και το γεγονός ότι χρησιμοποιείται η
Θεσσαλονίκη ως τόπος δράσης (μια δολοφονία λαμβάνει χώρα μπροστά στη
«Μυροβόλο Σμνύρνη», στο Μοδιάνο) μας κάνει λίγο πιο θετικά διακείμενους
απέναντι στην ταινία. Μια ταινία, όμως, που κουβαλάει την παιδική
αρρώστια του ελληνικού σινεμά: το προβληματικό σενάριο. Τίποτα από όσα
λένε με στόμφο οι ηθοποιοί δεν φαντάζει αληθινό. Η αλληγορία είναι εκεί,
αλλά δεν υπάρχουν οι κατάλληλες λέξεις, ο πρέπον διάλογος και οι
ανάλογες ερμηνείες για να τη μεταδώσουν στο κοινό. Που δεν μπορεί παρά
να μην «τσιμπήσει» στην ανατροπή του φινάλε: ναι, κάθε αγώνας χάνεται εκ
των έσω. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τη συγκεκριμένη ταινία.
(η ταινία προβάλλεται σήμερα, Σάββατο 3 Νοεμβρίου, στις 22.00, στην αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη και σε επανάληψη, στην ίδια αίθουσα, την Τετάρτη 7 Νοεμβρίου, στις 15.00)
agelioforos.gr

